Θρῆνος, κλαυθμὸς καὶ ὁδυρμὸς καὶ στεναγμὸς καὶ λύπη,
θλῖψις ἀπαραμύθητος ἔπεσεν τοῖς Ρωμαίοις !
᾽Εχάσασιν τὸ σπίτιν τους, τὴν πόλιν τὴν ἀγίαν,
τὸ θάρρος καὶ τὸ καύχημα καὶ τὴν ἀπαντοχήν τους.
Τίς τόπεν; Τίς τὸ μήνυσε; Πότε ᾽λθεν τὸ μαντάτο;
Καράβιν ἐκατὲβαινε στὰ μέρη τῆς Τενέδου,
καὶ κάτεργον τὸ ὑπάντεσε , στέκει καὶ ἀναρωτᾶ το:
«Καράβιν, πόθεν ἔρχεσαι καὶ πόΘεν κατεβαίνεις;
-῎Ερχομαι ἀκ’ τ’ ἀνάθεμα καὶ ἐκ τὸ βαρὺν τὸ σκότος,
ἀκ’ τὴν ἀστραποχάλαζην, ἀκ’ τήν ἀνεμοζάλην˙
ἀπαὶ τὴν Πόλην ἔρκομαι τὴν ἀστραποκαμένην˙
᾽Εγὼ γομάριν δὲν βαστῶ, ἀμὲ μαντάτα φέρνω
κακὰ διά τοὺς χριστιανούς, πικρὰ καὶ θολωμένα˙
οἱ Τουρκιῶται ἤρθασιν, ἐπήρασιν τὴν Πόλιν,
ἀπώλεσαν τοὺς Χριστιανοὺς ἐκεῖ καὶ πάνταχόθεν».
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
θλῖψις ἀπαραμύθητος ἔπεσεν τοῖς Ρωμαίοις !
᾽Εχάσασιν τὸ σπίτιν τους, τὴν πόλιν τὴν ἀγίαν,
τὸ θάρρος καὶ τὸ καύχημα καὶ τὴν ἀπαντοχήν τους.
Τίς τόπεν; Τίς τὸ μήνυσε; Πότε ᾽λθεν τὸ μαντάτο;
Καράβιν ἐκατὲβαινε στὰ μέρη τῆς Τενέδου,
καὶ κάτεργον τὸ ὑπάντεσε , στέκει καὶ ἀναρωτᾶ το:
«Καράβιν, πόθεν ἔρχεσαι καὶ πόΘεν κατεβαίνεις;
-῎Ερχομαι ἀκ’ τ’ ἀνάθεμα καὶ ἐκ τὸ βαρὺν τὸ σκότος,
ἀκ’ τὴν ἀστραποχάλαζην, ἀκ’ τήν ἀνεμοζάλην˙
ἀπαὶ τὴν Πόλην ἔρκομαι τὴν ἀστραποκαμένην˙
᾽Εγὼ γομάριν δὲν βαστῶ, ἀμὲ μαντάτα φέρνω
κακὰ διά τοὺς χριστιανούς, πικρὰ καὶ θολωμένα˙
οἱ Τουρκιῶται ἤρθασιν, ἐπήρασιν τὴν Πόλιν,
ἀπώλεσαν τοὺς Χριστιανοὺς ἐκεῖ καὶ πάνταχόθεν».
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Τὸ ποίημα τούτο ἐξ 118 στίχων ἔχει γραφῆ ἀπὸ ἄνθρωπον (Κρῆτα
πιθανόν), ὁ ὀποῖος μόλις θὰ ἡμποροῦσε νὰ κρατῆ τὴν πέννα καὶ ὁ ὁποῖος
δέν γνωρίζει κὰν νὰ χωρίζη τὰς λέξεις απ’ ἀλλήλων. Παραθέτομεν τοὺς
πρώτους 15 στίχους
πιθανόν), ὁ ὀποῖος μόλις θὰ ἡμποροῦσε νὰ κρατῆ τὴν πέννα καὶ ὁ ὁποῖος
δέν γνωρίζει κὰν νὰ χωρίζη τὰς λέξεις απ’ ἀλλήλων. Παραθέτομεν τοὺς
πρώτους 15 στίχους
Από το αναγνωστικόν γυμνασίου της περιόδου 1947-1948
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου