ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΠΡΩΤΙΕΣ
Η Ύδραυλις ήταν αρχαιοελληνικό πνευστό όργανο, μηχανικό αερόφωνο όργανο της αρχαιότητας με ισχυρό και οξύ ήχο, χρησιμοποιούμενο, στα θεάματα του ιπποδρόμου και στην εκτέλεση στρατιωτικής μουσικής[1].
Η ύδραυλις (ή ύδραυλος), το λεγόμενο όργανο του νερού, ήταν επινόηση και εφεύρεση του μηχανικού Κτησίβιου του Αλεξανδρέα. Κατασκευάστηκε στην Αλεξάνδρεια τον 3ο αιώνα π.Χ. και για τον τρόπο λειτουργίας και χρήσης του μας διασώζονται οι περιγραφές του Ήρωνα του Αλεξανδρέως και του Βιτρούβιου. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του οργάνου αυτού ήταν το υδραυλικό σύστημα πάνω στο οποίο βασιζόταν για να λειτουργήσει, καθώς αυτό ήταν υπεύθυνο για την παραγωγή, κίνηση και ρύθμιση της πίεσης του αέρα, ο οποίος διοχετευόταν στους αυλούς διαμέσου των πλήκτρων.
Η ύδραυλις ήταν μια μεγάλη σύριγγα, όπως η σύριγγα του Πανός, που αποτελείτο από μια σειρά ηχητικών σωλήνων από καλάμι, διαβαθμισμένων ανάλογα με το μήκος τους, μέσα στους οποίους φυσούσε ο εκτελεστής[2], όπου στα στόμια των αυλών της παρεχόταν υψηλής και σταθερής πίεσης αέρας. Κάτω από τους αυλούς υπήρχε μια δεξαμενή με νερό στο πυθμένα της οποίας βρισκόταν ένα κοίλο ημισφαίριο, ο πνιγέας. Στον πνιγέα έμπαινε νερό από τις οπές της βάσης και αέρας από τους σωλήνες της κορυφής.
Οι σωλήνες αυτοί ήταν πάνω από το κοίλο ημισφαίριο και κατέληγαν έξω από τη δεξαμενή. Ένας σωλήνας από αυτούς λύγιζε και συγκοινωνούσε με την πυξίδα (πυξίς-εμβολέας). Η πυξίδα ήταν μια εμβολοφόρος αντλία που διοχέτευε τον αέρα από τον σωλήνα της κορυφής με πίεση στον πνιγέα. Έπειτα, ο αέρας οδηγείτο στο στεγανό χώρο πάνω από τη δεξαμενή και κάτω από τους αυλούς. Οι αυλοί στο κάτω μέρος είχαν τους γλωσσοκόμους.
Η γλωσσίδα κάθε γλωσσοκόμου ήταν διάτρητη και με τη βοήθεια του πλήκτρου (αγκωνίσκου) σπρωχνόταν προς τα μέσα με αποτέλεσμα να ανοίγεται δίοδος προς το στόμιο του αντίστοιχου αυλού. Ο πεπιεσμένος αέρας διοχετευόταν στον αυλό, άρα το όργανο ηχούσε. Όταν το πλήκτρο σταματούσε να πιέζεται τότε η γλωσσίδα επανερχόταν στη θέση της με τη βοήθεια ελατηριωτού μηχανισμού, διακόπτοντας τη ροή του αέρα και ο αυλός έπαυε να ηχεί. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο αέρας παραγόταν από ανθρώπους (έφηβους ή δούλους) που ανεβοκατέβαζαν, χτυπούσαν ή πηδούσαν πάνω-κάτω στα φυσερά, ενόσω ο εκτελεστής του οργάνου έπαιξε φανερώνοντας έτσι τη δεξιοτεχνία του στα πλήκτρα.
Μετά τους Έλληνες, το πρωτοπόρο αυτό ακουστικό και τεχνολογικό κατασκεύασμα ταξίδεψε και υιοθετήθηκε πρόθυμα από πολλούς, φτάνοντας μέχρι τους Ρωμαίους και έπειτα τους Βυζαντινούς. Τον 7ο και 8ο αιώνα η ύδραυλις ονομάστηκε πλέον Όργανο και άκμαζε στο Βυζαντινή Αυτοκρατορία αλλά και σε όλα τα μεγάλα κέντρα κατασκευής και παραγωγής της όπως η Κωνσταντινούπολη.
Αξιομνημόνευτο είναι το περιστατικό της αποστολής ενός εκκλησιαστικού οργάνου ως δώρο το 757 μ.Χ. από το βυζαντινό αυτοκράτορας Κωνσταντίνο τον Κοπρώνυμο στον αυτοκράτορα των Φράγκων Πιπίνο τον Βραχύ, πατέρα του Καρλομάγνου. Λίγο αργότερα, το 812 μ.Χ., οι βυζαντινοί χάρισαν και ένα δεύτερο στον ίδιο τον Καρλομάγνο. Τον 10ο αιώνα κατασκευάστηκε με έξοδα της εκκλησίας το αγγλικό εκκλησιαστικό όργανο του Γουίντσεστερ, με ασυνήθιστο μέγεθος και με 26 φυσερά που απαιτούσαν 70 άτομα[3], διαθέτοντας επίσης 40 νότες, με 10 αυλούς για κάθε νότα.
Εξέλιξη του οργάνου αυτού είναι το σύγχρονο Εκκλησιαστικό όργανο.
[Επεξεργασία] Παραπομπές
1.↑ Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, τ. 58, σ. 364
2.↑ Αβέρωφ, 1992, σ. 62
3.↑ Τολίκα, 1995, σ. 350Στις αρχές του 1995 το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών και το Υπουργείο Πολιτισμού ξεκίνησαν ένα ερευνητικό πρόγραμμα για την ανακατασκευή του οργάνου.
Το πρώτο μοντέλο βασίστηκε στην ύδραυλη του Δίου κυρίως για τους αυλούς ενώ για το κάτω μέρος του οργάνου πάρθηκαν στοιχεία από τα Πνευματικά του Ήρωνα του Αλεξανδρέα (Ι, 42). Να σημειώσω ότι η πρώτη ομάδα που ασχολήθηκε με την ανακατασκευή της υδραύλεως αποτελούνταν από τον Μάριο Μαυροειδή (επιστημονικό υπεύθυνο), Γιώργο Παράσχο (κατασκευαστή) και από τον ομιλούντα (μελέτη των πηγών και βιβλιογραφική τεκμηρίωση).
Δυστυχώς ο Μάριος έφυγε από τη ζωή πριν να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα και τη θέση του πήρε ο Christoph Stroux, διευθυντής της Μουσικής Βιβλιοθήκης του Μεγάρου Μουσικής, ο οποίος γνώριζε πολύ καλά το όργανο μιας και είχε πάρει μέρος στην ομάδα που ασχολήθηκε με την πρώτη ύδραυλη που είχε φέρει στο φως η σύγχρονη αρχαιολογική σκαπάνη, στη ρωμαϊκή αποικία του Aquincum, στη σημερινή Ουγγαρία. Γενικά, η συνεισφορά της Βιβλιοθήκης Λίλιαν Βουδούρη υπήρξε σημαντική, όχι μόνον μέσα από τη συμμετοχή των συγκεκριμένων προσώπων, τη δική μου και του κ. Στρουξ, στο πρόγραμμα, αλλά και λόγω της πλούσιας βιβλιογραφικής υποστήριξης που μας παρείχε.
μέχρι τώρα έχουν κατασκευαστεί συνολικά τρία μοντέλα και ένα τέταρτο ετοιμάζεται αυτή τη στιγμή.
τα ιστορικά στοιχεία που έχουμε όσον αφορά το κούρδισμα των αυλών, τα ειδικότερα μουσικά χαρακτηριστικά του οργάνου και του ρεπερτορίου που έπαιζε το όργανο είναι στην ουσία ανύπαρκτα. Φιλοδοξία μας είναι να ακουστεί η ύδραυλις όπως πιστεύουμε ότι μπορεί να ακουγόταν, χωρίς όμως να είμαστε απολύτως σίγουροι.
Εξ άλλου, αν δείτε το δίσκο ακτίνας (CD) που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη, θα καταλάβετε ότι το πρόγραμμα που φτιάξαμε με τον Σπύρο Σακκά που τραγουδάει, δεν αφήνει καμμιά ασάφεια ως προς τους στόχους μας: καμμιά προσπάθεια 'αυθεντικής ερμηνείας' ή 'ιστορικής ανασύστασης'. Τα στοιχεία που έχουμε είναι τόσο ελλιπή, ώστε μόνον μουσικοί που είναι επιστημονικά αφελείς ή ιδεολογικά ύποπτοι (ή και τα δύο) θα ξεκινούσαν κάτι τέτοιο.
Εμείς θελήσαμε να ζωντανέψουμε, μέσα από το ανακατασκευασμένο πρωτότυπο, τον ήχο ενός ιστορικού οργάνου και χρησιμοποιήσαμε για αυτό κομμάτια από ένα μεγάλο φάσμα ελληνικής μουσικής: από ελεύθερα προσαρμοσμένο υλικό αρχαιοελληνικών μουσικών αποσπασμάτων έως το έργο του Γιώργου Κουρουπού πάνω σε ποίηση του αυτοκράτορα Ιουλιανού, που γράφτηκε ειδικά για την ύδραυλη και τον Σακκά.
Πρέπει να σας πώ ότι το κούρδισμα των αυλών γίνεται με μεγάλη ελαστικότητα λόγω των ελλείψεων μουσικών τεκμηρίων για το πως κουρδιζόταν ακριβώς η ύδραυλις. Κύριο μέλημα μας αρχικά ήταν να τηρήσουμε την εικόνα που μας δίνεται από το σχέδιο του καθηγητή Παντερμαλή.
Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ήταν το κούρδισμα του οργάνου σε μία χρωματική και μία διατονική κλίμακα. Αυτό μέχρι τώρα, γιατί στο τέταρτο μοντέλο θα έχουμε μόνο διατονικές νότες, με την προσθήκη του σι ύφεση: πρόκειται δηλ. για το λεγόμενο Μείζον Τέλειον Σύστημα της αρχαίας ελληνικής μουσικής.
greeksurnames
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου