Κυριακή 25 Ιουλίου 2010
Εθνικιστικό παραλήρημα για τα «δικαιώματα των Τσάμηδων»
Του ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΠΑΝΤΑΖΗ
«Αδέλφια, σας υπόσχομαι ότι έπειτα από ένα χρόνο εμείς όλοι μαζί θα γιορτάσουμε στην Ηγουμενίτσα όπως οι πρόγονοί μας», δήλωνε γεμάτος περηφάνια ο Ντασαμίρ Ταχίρι, βουλευτής του αλβανικού κόμματος PDU, που υποστηρίζει «τα δικαιώματα των Τσάμηδων», σε ένα ακόμα εθνικιστικό παραλήρημα κατά τη διάρκεια του «4ου Φεστιβάλ Τραγουδιού και Χορού για την Τσαμουριά» στους Αγ. Σαράντα πριν από λίγες μέρες.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο αρχηγός του κόμματος Σ. Ιντρίζι ορκιζόταν «στους τάφους των θυμάτων ότι η Τσαμουριά είναι δική μας και πολύ σύντομα θα επιστρέψουμε σ’ αυτήν...». Μάλιστα, μετά το τριήμερο φεστιβάλ, οργανώθηκε πορεία με πούλμαν και αυτοκίνητα στα ελληνοαλβανικά σύνορα, όπου είχε στηθεί εξέδρα για την εκδήλωση για «θύματα της ελληνικής γενοκτονίας»!
Επίσημος υποστηρικτής του Φεστιβάλ ήταν η σύζυγος του Αλβανού πρωθυπουργού Σαλί Μπερίσα και το υπουργείο Πολιτισμού της χώρας, γεγονός που προσδίδει τη δική του αξία όσον αφορά στη στάση της αλβανικής Πολιτείας στο ανύπαρκτο ουσιαστικά αυτό θέμα. Θέμα για το οποίο τα τελευταία χρόνια, ολοένα και μεγαλύτερη είναι η παρέμβαση του επίσημου κράτους της γείτονος. Είναι η συνέχεια μιας σειράς προκλήσεων που κλιμακώνονται τα τελευταία χρόνια.
Δεν είναι τυχαία, για παράδειγμα, η ανακήρυξη, μετά από ομόφωνη απόφαση της αλβανικής Βουλής, της 27ης Ιουνίου ως «ημέρα Γενοκτονίας των Τσάμηδων». Ούτε η ίδρυση του «Συνδέσμου της Τσαμουριάς», μιας 100μελούς άτυπης Βουλής, που έγινε μέλος της «οργάνωσης υπο-αντιπροσωπευμένων λαών» του ΟΗΕ το 1995. Οι Τσάμηδες, μάλιστα, διατείνονται ότι διαθέτουν τον απελευθερωτικό στρατό της Τσαμουριάς (UCC - Ushtria Nacionalclirimtare e Chameria) «με σκοπό την απελευθέρωση των εδαφών που τους ανήκουν».
Στόχος ορισμένων είναι η δημιουργία της «Μεγάλης Αλβανίας» και για να το πετύχουν αυτό δρουν μελετημένα και με τη συμπαράσταση και οικονομική στήριξη των Αλβανών της Διασποράς.
Πριν από λίγες βδομάδες το «Αλβανικό Μέτωπο για την Εθνική Ολοκλήρωση» με συμμετέχοντες Αλβανούς από τα Σκόπια, το Μαυροβούνιο, το Κόσσοβο και την Αλβανία συνεδρίασε στη Χιμάρα και εξέδωσε ψήφισμα υπέρ της «Μεγάλης Αλβανίας», σε μια συνέλευση που πραγματοποιήθηκε από οπλισμένους άνδρες οι οποίοι δεν παρέλειψαν να προκαλέσουν τους κατοίκους της Χιμάρας επιδεικνύοντας τα όπλα και γράφοντας συνθήματα.
Αν σ’ αυτά προσθέσουμε και τον εκρηκτικό μηχανισμό που εξερράγη -ευτυχώς χωρίς θύματα- στην είσοδο του σπιτιού του δημάρχου της Χιμάρας και προέδρου της «Ομόνοιας», Βασίλη Μπολάνου, προκύπτει ξεκάθαρα το συμπέρασμα πως οι γείτονές μας, με τις προκλητικές αλλεπάλληλες ενέργειές τους, προσπαθούν ανά τακτά διαστήματα να φέρνουν στην επιφάνεια το ζήτημα, στο ευρύτερο πλαίσιο της επαναδιαπραγμάτευσης των σχέσεων των δύο χωρών.
«Δεν είναι αμελητέο το γεγονός ότι ο κ. Μπερίσα όχι μόνο δεν αποτρέπει τέτοιες κινήσεις, αλλά σιωπηρά φαίνεται να τις υποθάλπει για λόγους και εσωτερικών ισορροπιών και για λόγους προσωπικής στρατηγικής, καθώς επιδιώκει να συνδέσει την πρωθυπουργία του με την ευρωατλαντική ενσωμάτωση της Αλβανίας, αλλά και την προώθηση της εθνικής ολοκλήρωσης των Αλβανών», εξηγεί στον «Α.Τ.» ο Φάνης Μαλκίδης, δρ Κοινωνικών Επιστημών του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης.
«Είναι γεγονός ότι το ζήτημα αυτό αποτελεί για την αλβανική πλευρά θέμα που ξεπερνά τις εσωτερικές του διαστάσεις και συνδέεται άμεσα με την εξωτερική πολιτική, αν θυμηθούμε τις παραστάσεις στους Ελληνες προέδρους της Δημοκρατίας το 2000 και το 2005. Η στάση των κατά καιρούς αλβανικών κυβερνήσεων οι οποίες θέτουν το ζήτημα στην ελληνική πλευρά θεωρώντας ότι υφίστανται και στις διαστάσεις του, απόδοση περιουσιών και ιθαγένειας, αποζημιώσεις και επιστροφή των Τσάμηδων στην Ελλάδα, δεν αποτελεί απλώς διαχείριση ενός θέματος για λόγους εσωτερικής συνοχής, την περίοδο μάλιστα που είναι στο προσκήνιο το μέλλον των αλβανικών πληθυσμών στα Βαλκάνια», τονίζει.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα των περιουσιών, οι εκτιμήσεις του Αλβανικού Γραφείου Μεσολαβήσεων, αναφέρει ότι οι περιουσίες των Τσάμηδων είναι περίπου ένα δισεκατομμύριο δολάρια, ενώ με βάση με το «Σύνδεσμο της Τσαμουριάς» η αξία των περιουσιών στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν 340 εκατομμύρια δολάρια, με σημερινή αξία 2,5 δισ. δολάρια.
«Οι εξελίξεις αυτές θα πρέπει να αφυπνίσουν το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών και τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και στο πλαίσιο της Ε.Ε.», εκτιμά ο κ. Μαλκίδης. «Η Αθήνα οφείλει να θέσει όλα αυτά τα ζητήματα και να απαιτήσει την επίσημη αποκήρυξη και οριστική εγκατάλειψη του αλυτρωτισμού αυτού του είδους, ως βασική προϋπόθεση για τις ομαλές ελληνοαλβανικές και ευρωαλβανικές σχέσεις».
ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΤΩΝ ΝΑΖΙ
Η ονομασία «Τσαμουριά» προέρχεται από την παραφθορά του ονόματος του ποταμού Θύαμις… Θυαμουριά. Στο ελληνικό τμήμα της -σήμερα ταυτίζεται με τα όρια του Νομού Θεσπρωτίας- ζούσαν το 1923 20.319 μουσουλμάνοι που είχαν την αλβανική ως μητρική γλώσσα.
Για την καταγωγή των Τσάμηδων, μας λέει ο κ. Μαλκίδης, μπορούμε να αναφέρουμε την πληθυσμιακή εκείνη ομάδα η οποία λόγω της αποτυχίας της Επανάστασης του 1611 εναντίον των Οθωμανών, υπό τον μητροπολίτη Διονύσιο τον επονομαζόμενο και «Σκυλόσοφο», ασπάσθηκαν το Ισλάμ προκειμένου να διασώσουν τη ζωή τους και την περιουσία τους.
Μετά την ίδρυση του αλβανικού κράτους και κυρίως στη δεκαετία του 1920, οι Τσάμηδες κατέστησαν σημείο αναφοράς της πολιτικής του νέου κράτους, το οποίο άρχισε να καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να δημιουργήσει μειονοτικό ζήτημα στην Ελλάδα.
Ετσι η Αλβανία κατέθετε αναφορές στην Κοινωνία των Εθνών (ΚτΕ) για την «αλβανική μειονότητα των Τσάμηδων», ωστόσο η Συνέλευση της ΚτΕ συμφώνησε με την ελληνική θέση και αρνήθηκε το δικαίωμα στην Αλβανία να έχει το ρόλο της προστάτιδας δύναμής τους. Αναφορικά με το ιδιοκτησιακό, μετά την εξέγερση του Διονύσιου Φιλόσοφου, τεράστιες εκτάσεις γης πέρασαν στην κατοχή των Τσάμηδων χωρίς εκείνοι να έχουν εφοδιασθεί και με τους ανάλογους τίτλους ιδιοκτησίας.
Ενα τμήμα των εκτάσεων αυτών κατασχέθηκε με βάση τη Συνθήκη της Λοζάννης και ύστερα από συμφωνία με τους ιδιοκτήτες για να καλυφθούν οι ανάγκες των Ελλήνων προσφύγων του 1922. Οι Τσάμηδες όμως πρόβαλαν την αξίωση να αποζημιωθούν, όχι με βάση το καθεστώς των Ελλήνων πολιτών, αλλά με βάση τις ρυθμίσεις που προβλέπονταν για την αποζημίωση Δυτικοευρωπαίων πολιτών, αξίωση που απορρίφθηκε και από την ΚτΕ.
Το ζήτημα επανήλθε στην επικαιρότητα μετά από την εισβολή των ιταλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα το 1940, όταν συνέστησαν «κυβέρνηση» τo «Εθνικό Αλβανικό Συμβούλιο». Τον Ιούλιο του 1942 συγκρότησαν την οργάνωση «Αλβανικό Σύστημα Πολιτικής Διοικήσεως» με 14 Τάγματα έχοντας ως κύριο στόχο τους την εξολόθρευση του ελληνικού πληθυσμού στην περιοχή της Θεσπρωτίας.
Μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών το 1943, πέρασαν στο στρατόπεδο των Γερμανών και στα Ιωάννινα οργανώθηκε στρατιωτικό τμήμα των Τσάμηδων με γερμανικές στολές. Στη γερμανόφιλη εφημερίδα των Τιράνων «Bashkimi i Kombit» το 1944 δημοσιεύθηκαν οι κοινές ενέργειές τους με τους Ναζί το Φεβρουάριο του ίδιου έτους, με αποκορύφωμα την εκτέλεση των 49 Προκρίτων της Παραμυθιάς τον προηγούμενο Σεπτέμβριο.
Οι ενέργειες αυτές είχαν ως τραγικό αποτέλεσμα το θάνατο πολλών Ελλήνων, την πυρπόληση 25.000 σπιτιών, την ερήμωση 243 χωριών, τη δημιουργία 100.000 προσφύγων. Μετά τη συνθηκολόγηση και των Γερμανών, οι Τσάμηδες, συναισθανόμενοι τις συνέπειες από τη συμπεριφορά τους στη διάρκεια της Κατοχής, αναζήτησαν προστασία στην Αλβανία, εγκαταλείποντας την Ελλάδα.
Στη συνέχεια κατηγορήθηκαν για αξιόποινες πράξεις και για συνεργασία με τις κατοχικές δυνάμεις και το Δικαστήριο Ιωαννίνων καταδίκασε ερήμην 1930 Τσάμηδες για συνεργασία με το Στρατό Κατοχής και μάλιστα πολλούς εξ αυτών με την ποινή του θανάτου. Το 1952 και το 1953 με νομοθετικά διατάγματα οι περιουσίες αυτές δόθηκαν σε γεωργούς και κτηνοτρόφους. Σε ό,τι αφορά την ελληνική υπηκοότητα το 1947 από το υπουργείο Εξωτερικών τους έχει αφαιρεθεί η ελληνική ιθαγένεια.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου